Έχει αποδειχθεί εκτενώς ότι μετά τη διακοπή του τσιγάρου, ο κίνδυνος των πρώην καπνιστών για τύπους καρκίνου που σχετίζονται με τη χρήση του καπνού μειώνεται σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Οι επιστήμονες, λοιπόν, εξέτασαν δεδομένα περισσότερων από 410.000 Αμερικανών που συμμετείχαν σε μια ομοσπονδιακή έρευνα υγείας μεταξύ 1997 και 2014. Από αυτούς, περίπου 10.000 συμμετέχοντες πέθαναν από καρκίνο κατά τη διάρκεια της περιόδου της μελέτης και, κατά μέσο όρο, οι καπνιστές ήταν τρεις φορές πιθανότερο να πεθάνουν από καρκίνο -συχνότερα καρκίνο του πνεύμονα- συγκριτικά με τους ανθρώπους που δεν είχαν καπνίσει ποτέ.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, όμως, όσοι από τους καπνιστές κατάφεραν να κόψουν το κάπνισμα έως την ηλικία των 44 ετών μείωσαν τον πλεονάζοντα κίνδυνο κατά 87%, ενώ για τους καπνιστές που ξεπερνούσαν την κακή συνήθεια έως την ηλικία των 35 ετών, ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο εξαλείφθηκε, σύμφωνα με τον Blake Thomson, επικεφαλής ερευνητή στην Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία.
Πολλά, ωστόσο, συσχετίζονταν από την ηλικία που οι άνθρωποι άρχιζαν το κάπνισμα όσο και από την ηλικία που το έκοβαν. Πιο αναλυτικά, όσο νωρίτερα ξεκινούσε κάποιος να καπνίζει, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος να πεθάνει τελικά από καρκίνο. Και ανάμεσα σε εκείνους που ξεκινούσαν πριν την ηλικία των 18 ετών, ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο ήταν τουλάχιστον τριπλάσιος.
Όταν, μάλιστα, οι άνθρωποι άρχιζαν να καπνίζουν πριν την ηλικία των 10 ετών, ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο τετραπλασιαζόταν σε σύγκριση με όσους δεν είχαν καπνίσει ποτέ. Για όσους κατάφεραν να διακόψουν το κάπνισμα μεταξύ 45-54 ετών, ο πλεονάζων κίνδυνος περιορίστηκε κατά 78%, ενώ κατά 56% περιορίστηκε για όσους διέκοψαν μεταξύ 55-64 ετών.