Γλυκά Νερά - Συγκλονίζει ο διασώστης ΕΚΑΒ: «Παρατήρησα σταγόνες αίματος»

Αστυνομικοί έξω από το σπίτι στα Γλυκά Νερά
(EUROKINISSI/ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ)

«Μόλις την έπιασα, κατάλαβα ότι βρισκόταν σε αρχική ακαμψία και επομένως είχε πεθάνει»... Τα λόγια του διασώστη του ΕΚΑΒ που αντίκρισε το φρικιαστικό θέαμα στα Γλυκά Νερά αποτυπώνουν το απόλυτο σκηνικό του εφιάλτη και της παράνοιας που συγκλονίζει τις τελευταίες ημέρες το πανελλήνιο.

Όσα αποκαλύπτει ο διασώστης Βασίλης Πιστιόλης στην κατάθεσή του έχουν βαρύνουσα σημασία, τη στιγμή που ο δράστης της δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν και σύζυγός της, Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, ανασκευάζει τις ομολογίες του για τον τρόπο με τον οποίο σκότωσε την άτυχη γυναίκα.

Η βαναυσότητα που χαρακτηρίζει την τέλεση του εγκλήματος καθρεφτίζεται στη νεκροψία, που αποκαλύπτει πνιγμό επί έξι λεπτά και διαφόρων ειδών κακώσεις, ενώ συμπυκνώνεται και στα λόγια του διασώστη, ενός από τους πρώτους ανθρώπους που είδαν το πτώμα της Καρολάιν και δίπλα το 11 μηνών βρέφος της.

«Το βρέφος φαινόταν να είναι καλά στην υγεία του. Οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν ότι στο σπίτι βρίσκεται μια κοπέλα η οποία δεν έχει τις αισθήσεις της. Έτσι, λοιπόν, εγώ μαζί με έναν αστυνομικό μπήκαμε στο σπίτι για να δω την κοπέλα. Θυμάμαι ότι το σπίτι ήταν μεζονέτα και ανεβήκαμε στον δεύτερο όροφο μέσω εσωτερικής σκάλας. Όταν φτάσαμε στο υπνοδωμάτιο του δεύτερου ορόφου, είδα να βρίσκεται μπρούμυτα, πάνω στο κρεβάτι, μια κοπέλα που είχε το δεξί χέρι διπλωμένο πίσω στη μέση» δηλώνει ο Βασίλης Πιστιόλης.

Οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες μέσα από τις δηλώσεις του διασώστη

«Στο σεντόνι, στο ύψος του κεφαλιού, παρατήρησα σταγόνες αίματος. Αμέσως μετά βγήκα από το σπίτι, ενημέρωσα τους αστυνομικούς ότι η κοπέλα δεν έχει σημεία ζωής και περιμέναμε να μας αποδεσμεύσει ο αρμόδιος αξιωματικός της Αστυνομίας, ο οποίος θα αναλάμβανε το περιστατικό. Περίπου μία ώρα αργότερα μας αποδέσμευσαν».

Υπενθυμίζεται ότι στις τελευταίες δηλώσεις για το πώς σκότωσε την Καρολάιν, ο πιλότος είπε τα εξής:

«Η Καρολάιν κοιμόταν μπρούμυτα και η δεξιά πλευρά του προσώπου της ακουμπούσε στο μαξιλάρι. Ξάπλωσα δίπλα της προσπαθώντας να της πω ότι αυτό που έκανε στη Λυδία ήταν πάρα πολύ άσχημο. Αυτή δεν ήθελε ούτε να με ακούσει. Μου είπε να φύγω, και εγώ και η Λυδία. Τότε λοιπόν, όπως ήταν μπρούμυτα ξαπλωμένη, πήγα από πάνω της, προσπαθώντας να την κάνω να με ακούσει. Αυτή τιναζόταν για να με πετάξει από πάνω της, αλλά όσο αυτή τιναζόταν, τόσο εγώ την πίεζα, γιατί το μόνο που ήθελα ήταν να με ακούσει. Ενώ ήμασταν σε αυτή την κατάσταση, εγώ από πάνω της να την πιέζω και αυτή να τινάζεται, το μπροστά μέρος του προσώπου της, δηλαδή το στόμα, η μύτη και τα μάτια της, κόλλησαν στο μαξιλάρι. Δεν θυμάμαι αν εκείνη τη στιγμή τής πίεσα με τα χέρια μου το κεφάλι, νομίζω όμως ότι με το βάρος του σώματός μου της πίεζα το κεφάλι. Όσο την πίεζα, της είπα 2-3 φορές: "Τη μικρή δεν θα την ξαναχτυπήσεις". Αυτό όλο πρέπει να κράτησε κάνα πεντάλεπτο, μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν είχε σταματήσει να κουνιέται. Στη συνέχεια, μέσα στον πανικό μου, προσπάθησα να τη συνεφέρω, είδα όμως πως αυτό ήταν μάταιο».