Το οίδημα, δηλαδή το πρήξιμο που εμφανίζεται στα κάτω άκρα, στα βλέφαρα ή στα χέρια, είναι ένα σύμπτωμα που μπορεί να κρύβει πολλές διαφορετικές αιτίες. Αν και συχνά οφείλεται σε παροδική κατακράτηση υγρών από τη ζέστη, την πολύωρη ορθοστασία ή την κατανάλωση αλατιού, σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελεί ένδειξη παθολογικής κατάστασης που χρειάζεται ιατρικό έλεγχο.
Μία από τις συχνότερες βιοχημικές αιτίες οιδήματος είναι η χαμηλή αλβουμίνη στο αίμα. Η αλβουμίνη είναι η κύρια πρωτεΐνη του πλάσματος και βοηθά στη διατήρηση της ισορροπίας των υγρών ανάμεσα στα αιμοφόρα αγγεία και στους ιστούς. Όταν τα επίπεδά της μειώνονται, τα υγρά “διαφεύγουν” από τα αγγεία προς τους ιστούς, προκαλώντας πρήξιμο. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περιπτώσεις ηπατικής νόσου, νεφρικής βλάβης ή κακής διατροφής.
Ωστόσο, το οίδημα δεν σχετίζεται μόνο με την αλβουμίνη. Μπορεί επίσης να εμφανιστεί λόγω καρδιακής ανεπάρκειας, ορμονικών διαταραχών, θυρεοειδικών προβλημάτων ή ακόμα και παρενεργειών φαρμάκων, όπως τα αντιυπερτασικά ή τα κορτικοστεροειδή. Σε γυναίκες, είναι συχνό και κατά την εμμηνόρροια ή την εγκυμοσύνη, λόγω αλλαγών στα επίπεδα ορμονών.
Η σωστή διάγνωση απαιτεί κλινική εξέταση και εργαστηριακό έλεγχο, ώστε να εντοπιστεί αν το πρήξιμο προέρχεται από διαταραχή των πρωτεϊνών του αίματος, όπως η αλβουμίνη, ή από άλλη αιτία. Αν το οίδημα επιμένει, συνοδεύεται από δύσπνοια, κόπωση ή αύξηση βάρους χωρίς λόγο, είναι σημαντικό να απευθυνθείτε άμεσα στον γιατρό.
Διαβάστε περισσότερα για το Πότε εξετάζουμε την αλβουμίνη, στο health4u